Close

21 Μαΐου, 2022

Μετάφραση – 3ο Κεφάλαιο: «Τα υποτιθέμενα αίτια της φυσικής αίσθησης» (σελ. 13-18) του William Battie. Από το βιβλίο «A Treatise on Madness», London: Whiston and White, 1758

Ο William Battie (1703-1776) ήταν άγγλος γιατρός, ο οποίος το 1758 έγραψε το πρώτο εκτενές βιβλίο,  «A Treatise on Madness» («Μία Πραγματεία για την Τρέλα»), για την θεραπεία της ψυχικής διαταραχής. Το έργο αυτό άσκησε τεράστια επιρροή στην θεραπεία των ψυχικών διαταραχών. Θεωρείται ότι ο διαχωρισμός που έκανε μεταξύ «πρωτογενούς» και «επακόλουθης» τρέλας αντιστοιχεί στον σημερινό διαχωρισμό της «οργανικής» και «λειτουργικής» ψύχωσης. Επιπλέον, η προώθηση της θεραπείας μέσω σχέσης με τον ασθενή θεωρείται ότι άνοιξε τον δρόμο για την μετέπειτα «Ηθική Θεραπεία» των Tuke στο York Retreat.

Ας σημειωθεί ότι, τα κείμενα δεν συνιστούν ούτε ιατρικές οδηγίες ούτε βεβαίως ενδείκνυνται όσα περιγράφονται για εφαρμογή αλλά αφορούν οδηγίες και συνταγές των προηγούμενων αιώνων.

Λίγα σχόλια για το παρόν κείμενο: Στο κεφάλαιο αυτό, ο Battie υπογραμμίζει τόσο την σημασία της έρευνας για τα υπό εξέταση φαινόμενα, εν προκειμένω των ανθρωπίνων αισθήσεων όσο και την τόλμη που χρειάζεται για να υιοθετηθούν τα νέα ευρήματα ως νέο μέρος της επιστημονικής παγκόσμιας γνώσης. Τονίζει δε το γεγονός της υιοθέτησης «παράλογων απόψεων» ως υποτιθέμενη «πραγματική γνώση» που οδηγεί σε στασιμότητα και μη εξέλιξη της επιστημονικής γνώσης. Προκειμένου λοιπόν να υπάρξει «χώρος» για τη νέα γνώση, θα πρέπει με τόλμη να «ξεφορτωθούμε», όπως λέει χαρακτηριστικά, την παλιά ή, όπως θα λέγαμε σήμερα, μη έγκυρη γνώση: «Φοβάμαι όμως πως, προτού σχηματιστεί οποιαδήποτε σωστή ή ικανοποιητική έννοια αναφορικά με αυτό το θέμα, θα πρέπει πρωτίστως να ξεφορτωθούμε κάποιες απόψεις, οι οποίες όσο παράλογες και αν είναι, έχουν περάσει σε πολύ κόσμο τον τελευταίο καιρό ως πραγματική γνώση».

Επιμέλεια – Σχολιασμός κειμένου: Ελένη Κουμίδη

Πηγή: https://books.google.com

Μετάφραση: Βασιλική Βιτσαρά

«Τα υποτιθέμενα αίτια της φυσικής αίσθησης»

Το γεγονός ότι η μυελώδης ή νευρική ουσία που είτε προέρχεται από είτε συνδέεται με τον εγκέφαλο είναι η έδρα της αίσθησης, είναι ένα σημείο πάνω στο οποίο θα πρέπει τώρα να συμφωνήσουμε παγκοσμίως, ότι μάλλον ίσα που μπορούμε να το υποστηρίξουμε χωρίς καμία επίσημη απόδειξη. Θα ήμασταν ευτυχείς, αν τα αίτια της αίσθησης ήταν τόσο ξεκάθαρα και διευθετημένα χωρίς καμία αμφισβήτηση.

Φοβάμαι όμως πως, προτού σχηματιστεί οποιαδήποτε σωστή ή ικανοποιητική έννοια αναφορικά με αυτό το θέμα, θα πρέπει πρωτίστως να ξεφορτωθούμε κάποιες απόψεις, οι οποίες όσο παράλογες και αν είναι, έχουν περάσει σε πολύ κόσμο τον τελευταίο καιρό ως πραγματική γνώση.

Ο λόγος αυτής της διαφοράς που υπάρχει προς το παρόν μεταξύ της ανακάλυψης της έδρας και της ανακάλυψης των αιτιών της αίσθησης δεν υφίσταται στα ίδια τα πράγματα τα οποία έχουν ήδη διερευνηθεί αλλά στον τρόπο της έρευνας. Διότι, ορίζοντας την έννοια της έδρας της αίσθησης έχουμε εφοδιαστεί με γεγονότα τα οποία είναι προφανή σε όλους και για τα οποία αν κάποιος πρέπει να τα αμφισβητήσει, θα πρέπει να αρνηθεί τα αποδεικτικά στοιχεία των δικών του αισθήσεων: Όμως, κατά τον προσδιορισμό των αιτιών της αίσθησης αρκετά πράγματα θεωρήθηκαν ως πραγματικά, τα οποία όμως δεν είχαν ανακαλυφθεί ποτέ και τα οποία θα μπορούσαν τουλάχιστον, με ίσες πιθανότητες, να απορριφθούν ως τέτοια.

Γιατί εδώ η Υποθετική Ιδιοφυΐα ξεχνώντας πως έχει το έργο της Φύσης για σκέψη και εξέταση του θέματος και περιφρονώντας την φτωχή ελάχιστη γνώση που η πραγματική απεικόνιση των πραγμάτων εφοδιάζει τον καθένα καθώς και τον εαυτό του, τόλμησε χωρίς καμία εγγύηση να επινοήσει νέες ιδέες· χρησιμοποιώντας τον αέρα, το νερό, ακόμα ίσως και την ηλεκτρική φωτιά· και με το να φαντάζεται ότι είναι πιθανό, κάτι που είναι ελάχιστα δυνατό και μετά ενισχύοντας αυτή την υποθετική πιθανότητα ως πραγματική αξίωση, κάνει ένα ακόμα μεγαλύτερο βήμα και ισχυρίζεται ρητά ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι ένας αδένας· το φλοιώδες τμήμα του οποίου είναι ένας περιελιγμός εκκριτικών αγγείων σχεδιασμένων να διαχωρίζουν από το αίμα μία ή κάποιες από τις άλλες στοιχειώδεις ουσίες που με άγνωστους τρόπους εισήγαγε στις καρωτιδικές αρτηρίες για τον παροντικό σκοπό του· ότι το μυελώδες τμήμα του εγκεφάλου και των νεύρων δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια συλλογή απεκκριτικών αγωγών που εξυπηρετούν στο να μεταφέρουν αυτή την στοιχειώδη ύλη σε όλα τα αισθητήρια τμήματα του σώματος: η οποία ύλη είτε με κυματώδη είτε με παλινδρομική κίνηση μεταδίδει στην κοινότητα των αισθήσεων όλες εκείνες τις ωθήσεις που δέχεται από όλα εκείνα τα εξωτερικά αντικείμενα ως επίδραση στα άκρα των νευρικών ινών. Αυτό λοιπόν το έκκριμα του εγκεφάλου αν και αόρατο, είναι η βασική αιτία της όρασης, αν και ανεπαίσθητη, η επαρκής αιτία του συναισθήματος και μολονότι ζωικό πνεύμα, το υλικό αίτιο της ζωικής αίσθησης.

Τώρα, καθώς η έκκριση ενός τέτοιου νευρικού υγρού και όπως κατά συνέπεια η ύπαρξή του εξαρτάται εξολοκλήρου από την αναλογία που υποτίθεται ότι βρίσκεται μεταξύ του εγκεφάλου και κάθε αδενικής ουσίας, σε περίπτωση που ο εγκέφαλος είναι διαφορετικός από έναν αδένα, σε οποιαδήποτε υλική περίσταση, τότε όλος αυτός ο μηχανισμός αμέσως καταστρέφεται.

Ας παραδεχθούμε λοιπόν κάτι που ακόμα δεν έχει αποδειχθεί, ότι δηλαδή το φλοιώδες τμήμα του εγκεφάλου μοιάζει με το εκκριτικό όργανο ενός αδένα, που όμως η μυελώδης ή νευρική ουσία είναι διαφορετική από οποιουσδήποτε απεκκριτικούς αγωγούς: δεδομένου ότι δεν ανευρίσκεται ποτέ κάποιος απεκκριτικός αγωγός παρά μόνο αυτό που αποσπάται αμέσως από τον αδένα από τον οποίο αναδύεται· ενώ αντιθέτως, η υποτιθέμενη αδενική ή εκκριτική ουσία του εγκεφάλου συνεχίζεται σε κάθε τμήμα που περιέχει νεύρα και αυτά τα νεύρα, οι υποτιθέμενοι απεκκριτικοί αγωγοί, αφού άφησαν το κρανίο και την αδενική τους προέλευση τον εγκέφαλο, οπουδήποτε μπορούν να εξεταστούν, παραμένουν κοντά συνδεδεμένοι όχι μόνο με το φλοιώδη ή εκκριτικό τμήμα του εγκεφάλου, αλλά ακόμη και με τα παράγωγα της σκληρής και χοριοειδούς μήνιγγας, καθώς η ίδια η μυελώδης ουσία περιέχεται παράλληλα εντός του κρανίου.

Αυτή η παρατήρηση θα μπορούσε από μόνη της να είναι αρκετή στο να καταστρέψει το ίδιο το θεμέλιο της θεώρησης ενός νευρικού υγρού, αν οποιαδήποτε υπόθεση θα άξιζε να τεθεί υπό σοβαρή εξέταση. Όμως, μπορεί να φοβάται κανείς πως μια επίσημη συζήτηση από χίμαιρες θα φανεί εξίσου γελοία ως μια απόπειρα καθιέρωσής τους· και ίσως υποστεί την υποψία της  παραφροσύνης, που αυτοί οι θεωρητικοί έχουν λάβει, για το ότι θα αγωνιστεί σκληρά με τις σκιές και θα αφιερώσει άδικα τον χρόνο του προσφέροντας αιτίες για τον λόγο για τον οποίο τα στερεά συστατικά τμήματα της μυελικής ουσίας που περιέχονται σε κάθε νεύρο μας προμηθεύουν δικαιότερα με το υλικό αίτιο της αίσθησης, απ’ ότι ένα υγρό που ακόμα δεν έχει ανακαλυφθεί και για το οποίο οι ίδιοι οι συγγραφείς του ομολογούν πως ήταν κάποτε ξένο προς το σώμα και μάλιστα εξάγεται από νεκρή και αποσυντιθέμενη ύλη εμψυχωμένη, δεν γνωρίζουμε με ποιον τρόπο, σε ζωικότητα.

Ως εκ τούτου, ας αφήσουμε αυτό το μαγεμένο έδαφος σε εκείνους, αν αυτοί υπάρχουν, που ακόμα τείνουν να το αμφισβητούν· και για να ανοίξουμε λίγο περισσότερο τον δρόμο μας προς τα πραγματικά αίτια της αίσθησης, ας στρέψουμε την προσοχή μας σε μια πολύ κοινή φράση, δηλ. αδυναμία των νεύρων, η οποία αν και όχι ομολογουμένως συστηματική, όπως και το προηγούμενο σχήμα των ζωικών πνευμάτων[1], είναι ωστόσο πολύ απατηλή· στο βαθμό που φαίνεται έμμεσα να προσφέρει μια άλλη λύση στο εν λόγω φαινόμενο και να διαπιστώνεται η αιτία της αίσθησης.

Καθώς η λέξη αδυναμία, όταν συνδυάζεται με υλικές ουσίες, δεν μπορεί να μεταφέρει κάποια ιδέα αλλά μια χαλαρή συνοχή τέτοιων σωματιδίων που αποτελούν αυτές τις ουσίες· επομένως, η φράση αδυναμία των νεύρων, η οποία δηλώνει μια νοσηρή υπερβολή της αίσθησης, φαίνεται να υπονοεί πως η ίδια η αίσθηση οφείλεται στην χαλαρή συνοχή αυτών των υλικών σωματιδίων που αποτελούν τη νευρική ουσία, στον βαθμό που η ποσότητα κάθε επίδρασης πρέπει να είναι ανάλογη με την αιτία της.  

Με αυτό τον ανακριβή τρόπο ομιλίας, η πιο ξεχωριστή ιδιότητα της ζωικής φύσης κινδυνεύει να συγχέεται με την άψυχη ύλη. Διότι, αν η περίπτωση ήταν έτσι όπως φαίνεται να την υποδεικνύουν αυτά τα λόγια, τότε όλα τα σώματα των οποίων τα σωματίδια που δεν βρίσκονται σε συνοχή σε μεγάλο βαθμό εγγύτητας θα ήταν νευρικά, δηλαδή επενδεδυμένα με αίσθηση. Όμως, αφού κανένα τμήμα της ύλης, όσο χαλαρά συμπιεσμένο κι αν είναι, δεν είναι νευρικό εκτός και αν είναι μέρος ενός έμψυχου σώματος, τότε η μυελώδης ουσία ενός νεύρου έχει αίσθηση όχι επειδή τα συστατικά του σωματίδια είναι χαλαρά συνδεδεμένα: και κάθε νευρικό νημάτιο, παρόλο που αποτελείται από εκτεταμένα μέρη και όχι πολύ κοντά συνδεδεμένα, είναι ομολογουμένως τόσο διακριτό από κάθε άλλη υλική ουσία που αποτελείται από εκτεταμένα και εξίσου συνδεδεμένα μέρη, όσο ένας άνθρωπος από ένα πτώμα ή ένα άλογο από ένα άγαλμα αλόγου.

  

[1] Στο κείμενο: animal spirits (Σημείωμα του Επιμελητή).

Αφήστε μια απάντηση